ΣΥΦΙΛΗ
Η Σύφιλη είναι σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα που οφείλεται σε λοίμωξη από την ωχρά σπειροχαίτη.
Είναι χρόνια ασθένεια που μπορεί να προσβάλλει όλα τα όργανα και συστήματα του οργανισμού.
Η σύφιλη παρουσιάζεται με παγκόσμια διασπορά και συνήθως προσβάλλει νέους ενήλικες 20-30 ετών, άνδρες περισσότερο από γυναίκες.
Η επίπτωση της νόσου τα τελευταία 20 έτη ακολουθεί καθοδική πορεία στις περισσότερες προηγμένες χώρες, ενώ είναι πολύ υψηλή στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Κατά τον 21ο αιώνα, σημειώνεται έξαρση της συχνότητας της σύφιλης.
Στην Ελλάδα θεωρείται σπάνιο νόσημα, αλλά η έξαρση της ασθένειας παγκοσμίως, πιστεύεται ότι θα επηρεάσει τη συχνότητά της και μέσα στα ελληνικά σύνορα.
Η σύφιλη μεταδίδεται με άμεση επαφή με τις βλάβες του δέρματος ή των βλεννογόνων και τις εκκρίσεις (σίελος, σπέρμα, κολπικά υγρά) μολυσμένου ατόμου, κατά τη σεξουαλική επαφή, όταν υπάρχει λύση της συνέχειας του δέρματος ή του βλεννογόνου του υγιούς ατόμου.
Μετάδοση μπορεί να γίνει και με τη μετάγγιση αίματος, αν ο δότης βρίσκεται στα πρώτα στάδια της νόσου.
Η μετάδοση, μέσω μιασμένων αντικειμένων, είναι εξαιρετικά σπάνια, λόγω πολύ μικρής αντοχής του βακτηρίου στο περιβάλλον.
Έμβρυα γυναικών με λοίμωξη, μολύνονται μέσω του πλακούντα ή κατά τη διάρκεια του τοκετού με σοβαρό το κίνδυνο εμφάνισης συγγενών διαμαρτιών (απαραίτητος, τόσο ο προγεννετικός, όσο και ο τακτικός έλεγχος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης).
Η εξέλιξη της νόσου περιλαμβάνει 4 στάδια:
1. Πρωτογενής (πρώιμη) σύφιλη: 18-21 μέρες μετά τη μόλυνση. Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση ανώδυνου έλκους στη γεννητική χώρα, με συνοδό βουβωνική λεμφαδενοπάθεια.
2. Δευτερογενής σύφιλη: 6-8 εβδομάδες μετά την εμφάνιση του πρωτοπαθούς έλκους. Χαρακτηρίζεται από γενικευμένο εξάνθημα δέρματος (αντιπροσωπευτικές οι βλάβες σε παλάμες και πέλματα) και βλεννογόννων. Μπορεί να συνοδεύεται από συστηματικά συμπτώματα όπως πυρετός, κακουχία, λεμφαδενοπάθεια.
3. Λανθάνουσα σύφιλη: Αναφέρεται στη χρονική περίοδο κατά την οποία η νόσος είναι ασυμπτωματική. Η διάρκειά της ποικίλει από λίγους μήνες έως και έτη.
4. Τριτογενής σύφιλη: Συνήθως 3-5 έτη μετά την αρχική λοίμωξη. Χαρακτηρίζεται από οζώδεις - ελκωτικές δερματικές βλάβες, που ιώνται καταλείποντας ουλή.
Η Νευροσύφιλη αποτελεί ξεχωριστή νοσολογική οντότητα και χαρακτηρίζεται από προσβολή του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος από την νόσο.
Μπορεί να παρατηρηθεί σε οποιοδήποτε από τα προαναφερθέντα στάδια.
Η διάγνωση της σύφιλης βασίζεται στη λεπτομερή λήψη ιατρικού ιστορικού, στην εμπεριστατωμένη κλινική εξέταση και ανάδειξη των χαρακτηριστικών βλαβών της νόσου, καθώς και στην διενέργεια ειδικού εργαστηριακού ελέγχου (ανεύρεση αντισωμάτων σε περιφερικό αίμα).
Τη θεραπεία εκλογής της νόσου σε όλα τα στάδιά της αποτελεί η Βενζαθεινικήπενικιλλίνη G.
Επί αδυναμίας χορήγησης πεικιλλίνης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά σχήματα.
Απαραίτητη, υπό προϋποθέσεις, κρίνεται η θεραπεία και του σεξουαλικού συντρόφου.